Ο Κώστας Κόκλας μίλησε για μια περιπέτεια με την υγεία του, τη σχέση του με τον γιο του, τα παιδικά του χρόνια και άλλα, στην εκπομπή της Δανάης Μπάρκα την Τετάρτη 24 Οκτωβρίου.
Όσα δήλωσε ο ηθοποιός
Συγκεκριμένα ο Κώστας Κόκλας είπε αρχικά: «Υπάρχει ένας μύθος γύρω από τη δουλειά μας στο κομμάτι των δυσκολιών, που δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Στη δική μου γενιά η τηλεόραση ήταν κάτι αφοριστικό, δεν έπρεπε να ανακατεύεσαι πολύ με αυτό. Με την τηλεόραση άνοιξε η δουλειά και υπήρξε περισσότερος ανταγωνισμός, αλλά όλοι προσπαθούμε για αυτή τη δουλειά».
Σχετικά με τον γιο του, ο Κώστας Κόκλας ανέφερε: «Χαζομπαμπάς είμαι ούτως ή άλλως. Δεν είμαι αυστηρός. Ακούει ο ένας τον άλλον, δείχνει τον δρόμο ο ένας στον άλλον, σε πράγματα που δεν ξέρω εγώ με παίρνει από το χέρι και μου δείχνει και το αντίθετο. Τώρα πηγαίνει 16 χρονών και έχουμε περάσει 16 χρόνια που μου έχει μάθει πάρα πολλά πράγματα και του έχω μάθει πάρα πολλά πράγματα».
Ενώ, για το πώς ήταν ο ίδιος ως γιος δήλωσε: «Ως γιος ήμουν τρυφερός, ήμουν “ερωτευμένος” με την μάνα μου και είμαι ακόμα. Τη σκέφτομαι, δεν υπάρχει φανάρι να σταματήσω και να μην πω “Ρε μαμά πού είσαι;”. Μου λείπουν οι γονείς μου. Τους έχω χάσει πολλά χρόνια. Είχα πολύ καλή σχέση μαζί τους, είναι σαν εμένα ποτέ δεν μου βάλανε όρια, απλά πηγαίναμε μαζί».
Όσον αφορά σε μια περιπέτεια υγείας που είχε, ο Κώστας Κόκλας σχολίασε: «Δεν φοβήθηκα, σκέφτηκα ότι αφού είμαι εδώ και ήμουν στο νοσοκομείο λέω όλα καλά θα πάνε. Σκέφτηκα το θέατρο, τον Δημήτρη πιο πολύ και λέω: “Έλα πάμε να φύγουμε από εδώ”».
Τέλος, αναφορικά με τον έρωτα του και τη σχέση του με τις γυναίκες, ο Κώστας κόκλας δήλωσε: «Αγαπάω πάρα πολύ τα κορίτσια, η μητέρα μου ήταν μοδίστρα και το σπίτι ήταν γεμάτο γυναίκες. Έβλεπα και τον πατέρα μου που τις θαύμαζε και έδινε στη μητέρα μου λουλούδια. Έχω πολύ καλή σχέση με τις πρώην σχέσεις μου και τους γάμους μου. Τις αγαπάω πάρα πολύ και ξέρω ότ και αυτές με αγαπάνε και με νοιάζονται. Στον έρωτα κολλάω αλλά δεν φοβάμαι, αυτές να φυλάγονται. Όταν το νιώθω αφήνομαι, δεν ντρέπομαι, το λέω και ας φάω τα μούτρα μου».