Στον καναπέ του «Στούντιο 4»βρέθηκε ο Μάριος Φραγκούλης και μίλησε για τα δύσκολα παιδικά χρόνια, την εγκατάλειψη από τους γονείς του και τη θεία του που ήταν σαν μαμά του.
Όπως εξομολογήθηκε, η μητέρα του τού είπε πώς απλά θα λείψει για λίγο, κάτι που δεν ίσχυε και έφυγε για πάντα στην Αφρική.
Η θεία Λούλα, η οποία έχει φύγει από τη ζωή, τον μεγάλωσε σαν δικό της παιδί και αποτελεί έμπνευση για τη ζωή του!
«Πίστευα ότι θα επιστρέψω με τους γονείς μου και τον αδελφό μου. Ήταν σοκ! Με σήκωσε η μητέρα μου στο παγκάκι της κουζίνας και μου είπε ότι θα πάει να πάρει δύο πράγματα και θα γυρίσει. Έφυγε, μπήκε σε ένα ταξί υποθέτω, και επέστρεψε στην Αφρική. Εγώ έμεινα με τη θεία Λούλα! Ζητούσα τους γονείς μου, ο αδελφός μου ήταν ο καλύτερός μου φίλος. Μόνο μαζί του έπαιζα, κάναμε αγώνες ποιος θα πιει πιο γρήγορα το γάλα. Την αγαπούσα τη θεία μου, τρομερή γυναίκα που λάτρευε την ποιότητα στη ζωή, τους μεγάλους ποιητές. Προσπάθησα να την πω μαμά. Στους φίλους μου την αποκαλώ μαμά! Αλλά θυμάμαι στο σχολείο έλεγα ότι θα έρθει και η θεία μου να με πάρει, ενώ εννοούσα τη μαμά μου. Της ζήτησα να την πω μαμά γιατί με κορόιδευαν οι συμμαθητές μου.
Τον πρώτο καιρό περίμεναν όλοι ότι θα φύγω σε 4-5 μήνες και ότι δεν θα άλλαζαν οι ρόλοι ή ότι θα έμενα στην Ελλάδα. Πέρασαν τα χρόνια και είδα τους γονείς μου όταν ήμουν 8,5 χρονών. Πήγαμε στο παλιό αεροδρόμιο που γινόταν χαμός. Ζήτησα από τον αστυνόμο να περάσω για να δω τη μητέρα μου. Τους έψαχνα και γίνομαι φίλος με ένα παιδάκι και με πηγαίνει στη μητέρα του που ήταν η μαμά μου. Δεν την κατάλαβα αμέσως! Δεν τη θυμόμουν τόσο καλά, με σήκωσε στα χέρια της. Ο αδελφός μου είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό και δεν ήξερε τι συνέβαινε. Ενωθήκαμε για μερικούς μήνες».
«Η πρώτη μου επιλογή ήταν να επιστρέψω με τους γονείς μου αλλά η θεία μου με έμαθε πώς να εκτιμώ την καλή μουσική, την ποιότητα της ζωής. Πιστεύω ότι θα ήμουν πάλι τραγουδιστής, ηθοποιός. Ίσως θα γινόμουν ένας Γρηγόρης Μπιθικώτσης αλλά να μην μάθαινα ιταλικά, γαλλικά, να μην μάθαινα κλασσικές σπουδές.
Η θεία Λούλα αναπλήρωσε το κενό. Υπήρχε πάντα μια ερώτηση μέσα μου. “Τι έγινε; Γιατί με άφησαν τόσο καιρό;”. Όλα τα ζευγάρια έχουν προβλήματα μετά από 20 χρόνια συμβίωσης. Σκεφτόμουν πάντα αν έφταιγα εγώ που χώρισαν γιατί ήμουν ζιζάνιο. Με κατηγορούσα πολλά χρόνια, μέχρι 16-17 χρονών. Μέχρι τα 20 είχα ακόμα ερωτήσεις μέσα μου και στα 22 μου ήταν η εποχή που συγχώρησα τον πατέρα μου. Άλλαξα σελίδα γιατί έφυγε από τη ζωή. Ο πατέρας μου ήταν πολύ παράξενος άνθρωπος. Θύμωσα πολύ μαζί του γιατί ήθελα μια απάντηση. Είχε έρθει στο Λονδίνο, έδωσα τον καλύτερό μου εαυτό και στα παρασκήνια ήρθε και μου είπε “Μπράβο my boy, you’re very good”. Και λέω αυτό βρήκες να πεις; Αντί να έρθεις να με αγκαλιάσεις; Εκεί κατάλαβα ότι μάλλον αυτό που ήθελα εγώ από εκείνον, δεν ήθελε αυτός από εμένα».
«Δυστυχώς είχε αρρωστήσει η θεία μου, είχε καρκίνο του μαστού και έμεινα Ελλάδα. Πολύ με ρωτούσαν γιατί άφησα το εξωτερικό αλλά τι να τους εξηγήσω; Ήρθα για 3-4 μήνες για να κάνω στο θέατρο Τέχνης το Happy End. Μια μέρα η θεία μου έκανε την εξέταση και έμαθε ότι ήταν σε προχωρημένο στάδιο και έγινε η επέμβαση. Δεν υπήρχε ο τρόπος να είμαστε εμείς κοντά της. Είχε θυσιάσει τα πάντα να με μεγαλώσει σαν παιδί της και δεν μπορούσα να την αφήσω μόνη. Πίστευα ότι θα βρεθεί τρόπος να γίνει καλά. Ήταν η μεγαλύτερη έμπνευση της ζωής μου η θεία μου. Έκατσα παραπάνω. Συνδύαζα και τα “παιχνίδια” μου και όλο αυτό με τη θεία μου. Πήγαινε στο νοσοκομείο, έκανε τις χημειοθεραπείες της. Ήξερα ότι για κάποια χρόνια ήταν καλύτερη η υγεία της και μπορούσα να κάνω και τα ταξίδια μου στο εξωτερικό».
«Σκέφτομαι πόσο έχει ταλαιπωρηθεί ένα παιδί και είμαι υπέρ της υιοθεσίας. Πρέπει τα παιδιά να έχουν ένα σπίτι και εμείς έχουμε τη δυνατότητα και δεν έχουμε παιδιά, γιατί να μην υιοθετήσουμε ένα παιδί 12 χρονών; Το σκέφτομαι πολύ σοβαρά να το κάνω. Είναι τεράστια ευθύνη αλλά αν το κάνω θα είναι έργο ζωής».