Μία εφ΄όλης της ύλης συνέντευξη παραχώρησε ο Ηλίας Βαλάσης στο «Στούντιο 4» και μίλησε για την οικογένειά του, τη ζωή του στα μπουζούκια και το πώς τον «τύφλωσε» η αναγνωρισιμότητα μετά το Survivor.
Ο ηθοποιός αναφέρθηκε στο θάνατο του κολλητού του φίλου που τον σημάδεψε αφού ξεψύχησε στα χέρια του.
«Σε μία άκυρη στιγμή της ζωής μου έρχεται ο στρατός, ενώ ήμουν ναυαγοσώστης. Μέχρι τότε υπήρχε μόνο χαβαλές, εκεί μέσα υπήρχαν δυσκολίες, πόλεμοι, αποστολές, θάνατοι. Εκεί ήμουν ο χαβαλές της παρέας, ακόμη και ως βατραχάνθρωπος. Ήταν συγκλονιστική εμπειρία, μέχρι που ήρθε ο πρώτος θάνατος συναδέλφου. Μετά ήρθε ο δεύτερος, μετά ήρθε μία αναπηρία, μετά μία άλλη αναπηρία. Στον πρώτο θάνατο, ο κολλητός μου ξεψύχησε στα χέρια μου. Από λάθος χειρισμό του αλεξίπτωτου, μπροστά στα μάτια όλων μας. Ωραία είναι που κάνουμε πλάκα και που είμαστε “βατράχια” και είμαστε σκληροί, μέχρι που έρχεται ο θάνατος να σου χτυπήσει την πόρτα και να σου θυμίσει ότι δεν είσαι τίποτα.
Εκεί άρχισε η αντίστροφη μέτρηση μέσα μου, γιατί το ένα παιδί έγιναν δύο, τα δύο τρία, να και ένας μαθητής και μία αναπηρία, ο άλλος χωρίς πόδια, ο άλλος παράλυτος… οπότε εκεί δεν άντεξα. Νιώθεις ότι είσαι βιονικός, πάνω απ’ όλους».
Για την οικογένειά του, ανέφερε: «Δεν με νοιάζει πια. Με ένοιαζε πολλά χρόνια, με έκαιγε, με πόναγε, με διέλυε. Αλλά έρχεται η στιγμή που πρέπει να πάρεις τη συγχώρεση πάνω σου. Εγώ ζητούσα πάντα τα του εαυτού μου και είναι όλο λάθος. Πότε αγαπάς αληθινά; Εκεί που σε πονάνε, σε ζορίζουν. Πριν κάποιους μήνες σιχαινόμουν την κατάσταση αυτή, της οικογένειάς μου, της παιδικής μου ηλικίας. Πλέον θεωρώ ότι έχω μεγάλο μερίδιο ευθύνης. Οι καταστάσεις τους αναγκάζουν να μην είναι σωστοί γονείς. Ενεργούσα πάντα σαν μικρό παιδάκι που γκρίνιαζε και έκλαιγα. Οι γονείς μου είχαν τη δική τους ζωή, τα δικά τους βάσανα και τελικά νομίζω ότι έπρεπε να πάρω τα πράγματα πάνω μου. Ερχόμενη η μητέρα μου που είχε καρκίνο και πέθανε πριν λίγο καιρό, ήμουν άσχημα για πολύ καιρό. Ενδόμυχα αισθανόμουν μίσος και το αντιμετώπισα με πνευματικό αγώνα. Μου τα έλεγε ότι η αγάπη είναι το παν και το έμαθα με τον βίαιο τρόπο. Πολλές φορές κατηγορούσα τον παππού μου και τη γιαγιά μου για την τραχύτητα του λόγου τους. Αυτοί οι άνθρωποι δεν γίνεται να τους ζητάς να είναι γλυκοί. Ένα παιδί θέλει προάσπιση».
Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε και στην επιτυχία της τρίχας τη δεκαετία του ’80, κάτι που πλέον δεν είναι αρκετά αρεστό.
«Η τρίχα τώρα αν την πεις τη θεωρούν υπερβολικοί. Στα γυρίσματα κάνουν “μπλιαχ” τα κορίτσια ενώ παλιά λέγανε “τρίχα, ουαου”. Είναι ντεμοντέ, άλλης εποχής. Η αλήθεια είναι ότι εκείνα τα χρόνια, το καμάκι, το να ερωτοτροπείς με τις γυναίκες ήταν από τα βόρεια προάστια, Σκανδιναβία. Τους ενδιέφερε το διαφορετικό που υπήρχε στην Ελλάδα και το έβρισκαν σε εμάς. Το έζησα το 1988. 18 χρονών με τρίχα για πουλόβερ και καμάρι στα αγγλικά».