Μια νέα μελέτη έρχεται να ρίξει φως στους παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα στους ασθενείς με διαβήτη.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο Diabetologia της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Μελέτης του Διαβήτη, τα άτομα που κοιμούνται αργά και έχουν κακής ποιότητας ύπνο έχουν υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και γενικότερα πτωχό έλεγχο του σακχάρου μετά από τα γεύματά τους.
Επιστημονική ομάδα του Κέντρου Διαβήτη του Πανεπιστημίου Λουντ στο Μάλμε με επικεφαλής την Neli Tsereteli υπό την επίβλεψη του καθηγητή Paul Franks μελέτησε αν οι νυχτερινές διακυμάνσεις του ύπνου, η επάρκεια ή η στιγμή που πέφτει ο πάσχων από διαβήτη για ύπνο επηρεάζουν τη μεταγευματική γλυκόζη μετά το πρωινό γεύμα.
Ως γνωστόν η διατροφή, η άσκηση και ο ύπνος είναι δομικά συστατικά ενός υγιεινού τρόπου ζωής. Ωστόσο, ο ρόλος του ύπνου στον τρόπο που το σώμα ρυθμίζει τη γλυκόζη του αίματος σε υγιή άτομα δεν έχει μελετηθεί επαρκώς.
Η ποιότητα του ύπνου έχει άμεση αιτιολογική συσχέτιση με πολλές παθήσεις, όπως η καρδιαγγειακή νόσος, η παχυσαρκία και διαβήτης τύπου 2. Και ο διαταραγμένος ύπνος που ενδεχομένως να είναι απόρροια της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας σχετίζεται τόσο με τον διαβήτη τύπου 2 όσο και με τον κίνδυνο επιπλοκών που σχετίζονται με τη νόσο. Αυτό το κλασσικό παράδειγμα αλλά και άλλα ανάλογα είναι μια απτή απόδειξη της άμεσης σχέσης της ποιότητας και διάρκειας του ύπνου και της ικανότητας του σώματος να ρυθμίζει σωστά τα επίπεδα της γλυκόζης.
Οι ερευνητές μελέτησαν τη σχέση ύπνου (διάρκεια και επάρκεια) και μεταγευματικής γλυκαιμικής ανταπόκρισης (η αλλαγή στη γλυκόζη του αίματος μετά από ένα γεύμα) μετά από πρωινό γεύμα (με ποικιλία μακροθρεπτικών συστατικών) σε μια ομάδα 953 υγιών ατόμων από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Οι συμμετέχοντες είχαν λάβει μέρος στη μελέτη PREDICT1, τη μεγαλύτερη επιστημονική διατροφική μελέτη παγκοσμίως για 14 συνεχείς ημέρες. Η γλυκόζη μετρούνταν με ειδική συσκευή διαρκούς μέτρησης (λαμβάνονταν δείγματα ανά 15 λεπτά) ενώ ο ύπνος μέσω ειδικής συσκευής που φορούσαν στο χέρι οι συμμετέχοντες και κατέγραφε την κίνησή τους.
Από την επεξεργασία των στοιχείων δεν προέκυψε στατιστικά σημαντικός συσχετισμός μεταξύ της διάρκειας που είχε ο ύπνος και της μεταγευματικής γλυκαιμικής ανταπόκρισης, αλλά παρατηρήθηκε σημαντική αλληλεπίδραση όταν συνεκτιμήθηκε η διατροφική σύσταση του πρωινού γεύματος. Η μεγαλύτερη διάρκεια του ύπνου σχετιζόταν με χαμηλότερα επίπεδα γλυκόζης μετά την κατανάλωση πρωινού με πολλούς υδατάνθρακες και λιπαρά. Αυτό αποτελεί ένδειξη καλού ελέγχου του σακχάρου. Επίσης, οι ειδικοί παρατήρησαν ότι όταν το άτομο κοιμόνταν περισσότερο από το σύνηθες είχαν μειωμένο μεταγευματικό σάκχαρο την επόμενη ημέρα και αφότου είχε καταναλώσει ένα πρωινό με πολλά λιπαρά και υδατάνθρακες.
Ακόμα εντοπίστηκε συσχέτιση μεταξύ της επάρκειας του ύπνου (που αποτελεί και έμμεση ένδειξη για τυχόν διαταραχές ύπνου) και του γλυκαιμικού ελέγχου που δεν σχετιζόταν με την διατροφική σύσταση του πρωινού γεύματος της επόμενης ημέρας. Οι συμμετέχοντες που είχαν υψηλή επάρκεια ύπνου είχαν κατά μέσο όρο περισσότερες πιθανότητες να έχουν χαμηλό μεταγευματικό σάκχαρο συγκριτικά με εκείνους που είχαν μικρή επάρκεια ύπνου. Όταν ο εθελοντής κοιμόνταν περισσότερο από το φυσιολογικό έτεινε να έχει χαμηλότερο μεταγευματικό σάκχαρο.
Τέλος, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι και η χρονική στιγμή που έπεφτε κάποιος για ύπνο επηρέαζε τη μεταγευματική γλυκόζη. Συγκεκριμένα, εκείνοι που έπεφταν για ύπνο αργά είχαν χειρότερο γλυκαιμικό έλεγχο.
«Η διάρκεια και η επάρκεια του ύπνου παίζουν καθοριστικό ρόλο στη μεταγευματική γλυκόζη. Μια ακόμη μελέτη αναδεικνύει την αξία του ύπνου στην μεταβολική υγεία και την ανάγκη της εφαρμογής ολιστικών στρατηγικών στην πρόληψη και διαχείριση του διαβήτη», αναφέρεται στα συμπεράσματα της μελέτης.
Πηγή: ygeiamou.gr